Naji-Al-Ali

Σε όλα τα σκίτσα τον Νάζι Αλ-Άλι, ένα μικρό ξυπόλητο αγόρι κάθεται αμίλητο και παρακολουθεί τα γεγονότα που ξετυλίγονται μπροστά του. Ο Χαντάλα, που σημαίνει στά αραβικά πικρία, συμβολίζει τον καλλιτέχνη στην ηλικία των δέκα ετών που διώχτηκε από την Παλαιστίνη όπου είχε γεννηθεί. Ο Χαντάλα είναι το σήμα κατατεθέν του Αλ- Αλι που παρακολουθεί την ιστορία χωρίς ποτέ να γυρίζει την πλάτη. «Είναι η εικόνα που προφυλάσσει την ψυχή μου για να μην κάνει λάθη… Είναι η πάντα άγρυπνη συνείδηση… Όταν σχεδιάζω τον Χαντάλα, βρίσκω καταφύγιο».

Ο Νάζι Αλ- Άλι είναι ένας από τους πιο γνωστούς και πολυδημοσιευμένους πολιτικούς γελοιογράφους του αραβικού κόσμου. Γεννήθηκε στή Βόρεια Γαλιλαία της Παλαιστίνης και μεγάλωσε στο στρατόπεδο προσφύγων του Αιν Ελ Χιλβέχ στο Νότιο Λίβανο κοντά στή Σιδώνα. Τα σκίτσα του έχουν ταξιδέψει στην Αίγυπτο, την Ιορδανία, το Κουβέιτ, το Μαρόκο, την Παλαισίνη και την Τυνισία, μέρη όπου είχε απαγορευτεί η είσοδος στον ίδιο τον καλλιτέχνη.

Λόγω του περιεχομένου των σκίτσων του, τον Νάζι Αλ- ‘Αλι δεν τον φοβόντουσαν μόνο οι Σιωνιστές, αλλά και τά αραβικά καθεστώτα. Το Παλαιστινιακό ζήτημα στο οποίο ο Αλι έδωσε μια φωνή, είναι μια λαϊκή δημοκρατική δύναμη στη Μέση Ανατολή. Γι’ αυτό το λόγο η τέχνη του Αλι αντιμετωπίστηκε σαν απειλή από τα στρατιωτικά και θρησκευτικά καθεστώτα της περιοχής. Έχοντας δεχτεί πολλές απειλές για τη ζωή του, ο Άλ-Αλι μετακόμισε στην Αγγλία όπου συνέχισε να σκιτσάρει. Λίγο μετά τις 5 το απόγευμα της Τετάρτης 23 Ιουλίου, ο Νάζι Αλ- Αλι πυροβολήθηκε στο πρόσωπο από κάποιον άγνωστο έξω από τα γραφεία της εφημερίδας AL QUABAS στην Αιβς Στρητ του Λονδίνου. Ο Νάζι Αλ-Αλι ήταν παντρεμένος και είχε τέσσερα παιδιά – τον Χαλέντ, τον Ααϋάλ, την Τζούντυ και την Οσαμά. Στις 29 Αυγούστου του 1987, η καρδιά του Νάζι σταμάτησε να χτυπάει…
Στις 9 Δεκεμβρίου άρχισε ο ξεσηκωμός.

Ο Νάζι Αλ-Άλι για τη ζωή και το έργο του
Μόλις άρχισα να δουλεύω για τον τύπο, άρχισα να εκτιμώ την τέχνη του γελοιογράφου και κατάλαβα ότι η επιρροή του είναι πολύ μεγαλύτερη από του ζωγράφου που εκθέτει το έργο του μια φορά το χρόνο σε κάποια γκαλερί. Πείστηκα γι’ αυτό και ματαίωσα τις σπουδές μου. Ενθουσιάστηκα με την ιδέα να κάνω σκίτσο, κι έμεινα σ’ αυτό. Πάντα είχα μια συγκεκριμένη άποψη. Προσπάθησα να διοχετεύσω μια πολιτική προοπτική στο μυαλό των ανθρώπων, μια ταξική οπτική γωνία. Οι χαρακτήρες και οι ήρωες που χρησιμοποιώ στη δουλειά μου είναι βασισμένοι στην εργατική τάξη. Νιώθω ότι μόνο απ’ αυτούς μπορεί να υπάρξει ελπίδα για την επιστροφή μας στην Παλαιστίνη. Αυτοί οι χαρακτήρες εμφανίζονται σε αντιπαράθεση με άλλες ταξικές δυνάμεις. Τα σκίτσα μου δεν απευθύνονται αποκλειστικά σε Παλαιστινιακό κοινό. Η σκέψη μου είναι διεθνιστική, και οι προθέσεις μου είναι ανθρωπιστικές. Δεν είμαι φυλετικός καλλιτέχνης ή κάποιος που ανήκει μόνο σε μια ομάδα ανθρώπων που τους λένε Παλαιστίνιους και απευθύνει τα σχέδιά του αποκλειστικά σ’ αυτούς. Στη δουλειά μου υπάρχουν ήρωες όλων των εθνικοτήτων, Άραβες και άλλοι. Ο στόχος μου είναι να προσεγγίσω όλους τους τομείς της κοινωνίας.

Η αγάπη μου για την τέχνη άρχισε σαν χόμπυ στην παιδική μου ηλικία και συνεχίστηκε στην εφηβεία μου. Έγινα καλλιτέχνης εξαιτίας των μεγάλων δυσκολιών που αντιμετώπισα από την αρχή της φοίτησής μου και στο δημοτικό και στο γυμνάσιο. Η απόφαση να γίνω καλλιτέχνης ήταν αυθόρμητη γιατί έβρισκα ότι η τέχνη είναι η μόνη γλώσσα που μπορούσα να χρησιμοποιήσω για να εκφράσω τον εαυτό μου, το στόχο μου και τα προβλήματα του λαού μου. Στο Λίβανο, όταν ήμουν νέος, φυλακίστηκα αρκετές φορές για πολιτικούς λόγους, λόγω της συμμετοχής μου στα εθνικά γεγονότα της Παλαιστίνης. Πέρασα καιρό σε πολλές φυλακές, όπου η τέχνη ήταν ο μόνος τρόπος να περάσω τον καιρό μου. Ήταν η γλώσσα με την οποία μπορούσα να εκφράσω την προσωπική μου ιστορία αλλά και την ιστορία του λαού μου. Έτσι οι καλλιτεχνικές μου τάσεις γεννήθηκαν για πολιτικούς λόγους.

Όταν πήγα στο Κουβέιτ, δεν έψαξα για δουλειά σαν σχεδιαστής. Η πρόθεσή μου ήταν να δουλέψω επειδή οι Λιβανέζοι εμπόδιζαν τους Παλαιστίνιους ακόμα και να βρουν δουλειά. Το Κουβέιτ ήταν ένα μέρος όπου θα μπορούσα να μαζέψω μερικά λεφτά και να σπουδάσω ακαδημαϊκή τέχνη για να γίνω ζωγράφος και όχι απλός σκιτσογράφος.

Οι εικόνες έχουν μια επιρροή, ειδικά τα σκίτσα, λόγω της αφθονίας των εφημερίδων και των άλλων εκδόσεων. Τα προβληματισμένα άτομα ενδιαφέρονται στο να ενημερώνονται άμεσα για μια κατάσταση, οπότε ένα από τα πλεονεκτήματα του σκίτσου είναι ότι λειτουργεί σαν γρήγορη και αποτελεσματική ενημέρωση. Μια εικόνα την συγκρατείς πιο εύκολα από τις λέξεις, που ξεχνιούνται. Η άποψη καρφώνεται στο μυαλό του αναγνώστη.

Τα παραπάνω κείμενα αντιγράφηκαν από το αφιέρωμα το οποίο περιέχεται στο τεύχος 38 του περιοδικού ΠαράΠέντε.

Το παιδί με τ’ όνομα Χαντάλα είναι η υπογραφή μου. Όπου και να πηγαίνω, όλοι με ρωτούν γι’ αυτόν. Τον γέννησα στον Κόλπο και τον παρουσίασα στον κόσμο. Το όνομά του είναι Χαντάλα και μας έχει δώσει την υπόσχεση πως θα παραμείνει πιστός στις αξίες του. Του έδωσα τη μορφή ενός παιδιού άσχημου, με μαλλιά που μοιάζουν -και χρησιμοποιούνται- όπως τ’ αγκάθια του σκαντζόχοιρου. Σαν όπλο δηλαδή. Ο Χαντάλα δεν είναι καλοζωισμένος, χαρωπός, ξέγνοιαστος ή παραχαϊδεμένος. Είναι ξυπόλητος, όπως είναι τα παιδιά στα στρατόπεδα προσφύγων. Κυρίως, όμως, Είναι η εικόνα που προφυλάσσει την ψυχή μου για να μην κάνει λάθη. Παρότι τραχύς μυρίζει σαν το κεχριμπάρι. Τα χέρια του, πιασμένα πάντα πισθάγκωνα, συμβολίζουν την άρνησή του στις λύσεις που μας παρουσιάζονται με τον αμερικάνικό τρόπο. Ο Χαντάλα γεννήθηκε δέκα ετών και πάντα θα είναι τόσο. Είναι η ηλικία που είχα όταν έφυγα από την πατρίδα μου και μόνο όταν μπορέσουμε να επιστρέψουμε θα μπορέσει κι αυτός να μεγαλώσει -οι νόμοι της φύσης δεν ισχύουν γι’ αυτόν, είναι μοναδικός. Τα πράγματα θα επανέλθουν στην φυσιολογική τους κατάσταση μόνο όταν η Παλαιστίνη ελευθερωθεί. Τον σχεδίασα φτωχό και του έδωσα το όνομα της πίκρας για να εκφράσω μια συνολική συνθήκη ζωής. Στην αρχή, ήταν απλώς ένα τυπικό παιδί από την Παλαιστίνη. Όμως η συνείδησή του ξεπέρασε τα εθνικά σύνορα κι απέκτησε διεθνές και πανανθρώπινο χαρακτήρα. Είναι ένα απλό, αλλά σκληρό παιδί – γι αυτό και ο κόσμος τον υιοθέτησε σαν σύμβολο συνείδησής.

Λίγα λόγια για τη ζωή του
Τα στοιχεία αντλήθηκαν από τη σελίδα Handala
Ο Νάζι Αλ-Άλ γεννήθηκε το 1936 στο παλαιστινιακό χωριό Ash Shajara. Το 1948, το χωριό του ήταν ανέμσα στα 480 χωριά που καταστράφηκαν στο πλαίσο της Nakba, του γκρεμίσματος δηλαδή της Παλαιστήνης και της ανοικοδόμησης του κράτους του Ισραήλ. Οι παλαιστίνοι έχαναν περισσότερο από το μισό έδαφος της χώρας τους ενώ, πέρα από τις σφαγές 750 χιλιάδες άραβες εκτοπίστηκαν. Ο Νάζι Αλ-Άλ ήταν τότε μόλις δέκα ετών κι ακολούθησε την οικογένεια του στο Ein Al-Hilweh, ένα στρατόπεδο προσφύγων στο Λίβανο.
Όταν μεγάλωσε, έγινε ίσως ο πιο γνωστός σκιτσογράφος στον αραβικό κόσμο. Χρησιμοποιώντας ωμή ειλικρίνια, ο Νάζι Αλ-Άλ καταδείκνυε τις σχέσεις μεταξύ των κυβερνήσεων των Η.Π.Α., του Ισραήλ και των αραβικών καθεστώτων καθώς και τις διάφορες διακλαδώσεις των παλαιστίνιων. Το Time τον περιέγραψε ως τον σκιτσογράφο που σχεδιάζει ανθρώπινα κόκκαλα. Στην εφημερίδα Asahi, στην Ιαπωνία, γράφτηκε πως ο Νάζι Αλ-Άλ σχεδιάζει χρησιμοποιώντας φωσφορικό οξύ.

Ο Νάζι Αλ-Άλ υπήρξε ένα πρόσωπο εξαιρετικά αγαπητό και, φυσικά, εξαιρετικά μισητό. Το πλήθος των απειλών δολοφονίας που είχε δεχθεί αποδεικνύει του λόγου το αληθές. Εντέλει, στις 22 Ιουλίου του 1987, καθώς περπατούσε προς τα γραφεία της εφημερίδας Al-Qabas, δέχτηκε θανατηφόρους πυροβολισμούς. Απεβίωσε στο νοσοκομείο, μια βδομάδα αργότερα ενώ, οι δολοφόνοι του δε βρέθηκαν ποτέ.
Ο Νάζι Αλ-Άλ σκοτώθηκε τον καιρό που η Ιντιφάντα ξεκινούσε στη Γάζα και τη Δυτική Όχθη. Τα σκίτσα του όμως χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα. Πρόκειται για έναν από τους διακεκριμένους σκιτσογράφους του αραβικού κόσμου. Καυστικός, σαρκαστικός κι ίσως υπερβολικά σαφής. Τ ασκίτσα του πηγάζουν από την προσωπική του εμπειρία και την συμπυκώνουν. Την εμεπιρία ενός παλαιστίνιου ο οποίος έζησε ως πρόσφυγας από τα παιδικά του χρόνια. Γι αυτό και στο στρόχαστρο της κριτικής του βρίσκονται τόσο οι κυβερνήσεις των Η.Π.Α., του Ισραήλ, όσο και αυτές των αραβικών καθεστώτων.