Claire Bretécher

Η Claire Bretécher (1940-2020) υπήρξε μια μοναδική περίπτωση στην ιστορία των γαλλικών κόμικς. Στη διάρκεια μιας πολυετούς και εξαιρετικά παραγωγικής πορείας, κατάφερε να οικοδομίσει ένα ευδιάκριτο ύφος γραφής· τόσο από άποψη περιεχομένου, όσο και μορφολογικά. Η γραμμή της -άμεση και αφηγηματική, χωρίς περιττές εντάσεις ή στυλιζαρισμένα στοιχεία- υποβάλλει έναν αργό ρυθμό μέσω του οποίου αναδύεται η λεπτή ειρωνία της δημιουργού. Τα σύντομα σενάριά της, τα οποία ως επί το πλείστον αναφέρονται στην καθημερινότητα των γυναικών, είναι εύληπτα, συγκινητικά χωρίς φορτικούς συναισθηματισμούς, συμπυκνώνοντας και μεταφέροντας κριτικά και την εμπειρία της ζωής στο σύγχρονο κόσμο. Ακόμη περισσότερο, οικοδομώντας ιστορίες καθημερινής τρέλας, ή και βαρεμάρας, η Bretécher αποφεύγει φορτίζει τους χαρακτήρες της με εμφατικές ταυτότητες· τραγωδίας, πάθους ή άλλου τύπου. Αντίθετα με την πλειοψηφία των κόμικς, που καταλήγουν απαρέγκλιτα σε κάποιου είδους κορύφωση, στoυς χαρακτήρες της δεν υπάρχει τίποτα το ιδανικό ώστε να λειτουργήσει ως λύση του δράματος. Αντιθέτως, εμφανίζονταν διχασμένοι ανάμεσα στην ζώσα πραγματικότητα και στην ανάγκη να την ξεπεράσουν. Όμως, αυτή η πραγματικότητα είναι το μόνο που έχουν.

Γεννημένη στη Nantes, τον Απρίλιο του 1940, δούλευε ως δασκάλα σχεδίου πρωτού εργαστεί ως εικονογράφος σε περιοδικά. Το 1963 υπήρξε, απ’ ότι φαίνεται, σημείο καμπής στη ζωή της καθώς βρέθηκε να εικονογραφεί ένα κείμενο του σούπερσταρ -στον κόσμο της γαλλοβελγικής βιομηχανίας των κόμικς- René Goscinny. Από εκεί κι έπειτα δημοσίευε τις κωμικές -και συχνά τραγελαφικές- ιστορίες της σε αρκετά περιοδικά της Γαλλίας και, φυσικά, του υπόλοιπου κόσμου.

Την περίοδο εκείνη, στα τέλη της δεκαετίας του 1960, καθώς η δημοφιλία της καθαρής γραμμής (“claire ligne”) που αποτελούσε τη μείζονα σχολή σχεδιασμού στη χώρα της έφθινε, νέες μορφολογικές τάσεις και νέα περιεχόμενα ξεπηδούσαν από δημιουργούς που απευθύνονταν κυρίως στο ενήλικο κοινό. Ήταν η περίοδος που ανεξάρτητες εκδοτικές και πολιτικές ομάδες κατακτούσαν, με θράσος, χώρο στο δημόσιο λόγο. Η Bretécher, αποτελεί, χωρίς αμφιβολία μια εξαιρετική περίπτωση ανάμεσα σε καλλιτέχνες όπως ο Reiser ή ο Wolinski, παρότι δεν είναι τόσο γνωστή όσο αυτοί. Όμως, το έργο της είναι εξίσου, αν όχι περισσότερο, συνδεδεμένο με τα ζητήματα που δυναμικά εξέφρασαν τα κινήματα της δεκαετίας του 1960 και 1970.

Στο κλίμα αυτό ιδρύθηκε το περιοδικό “L’Écho des Savanes” από την Claire Bretécher, τον Gotlib και τον Nikita Mandryka το 1972. Το 1976. Έναν χρόνο μετά, η Bretécher έφυγε από την συντακτική ομάδα του περιοδικού. Την ίδια περίοδο έφτιαξε την πιο γωστή σειρά της με τίτλο “Les Frustrés” για λογαρισμό του “Nouvel Observateur”, χάρη στην οποία ο Roland Barthes, το 1976, την απεκάλεσε «κοινωνιολόγο της χρονιάς». Τα επόμενα χρόνια κι ενώ δημοσίευε στο “Nouvel Observateur”, άρχισε να εκδίδει μόνη τη δουλειά της. Το 1988, ξεκίνησε την σειρά “Agrippine”, στην οποία εστιάζει στα υπαρξιακά και αδιέξοδα διλήμματα της εφηβικής ζωής στο πλαίσιο της καταναλωτικής κοινωνίας. Το 2001, ο τηλεοπτικός σταθμός Canal + μετάφερε σε καρτούν τις περιπέτεις της Agrippine. To 2009, η Bretécher σταμάτησε να σχεδιάζει.
Λίγες μέρες μετά και αρκετά πιο αργά απ’ ότι, πιθανόν να ήταν ωραίο να είχε συμβεί, ένα λήμμα στην κομικοπαίδεια της Σανγκάης για την προσφάτως εκλιπούσα Claire Bretécher.