Gilbert Shelton
Ίσως ο δεύτερος κομιξάς που μας έρχεται στο νου με το που ακούμε τον όρο “αμερικάνικα underground comics”, μετά τον πατριάρχη Robert Crumb. O Gilbert Shelton, είναι σήμερα μια φιγούρα ακριβώς όπως θα την φανταζόσασταν: ένας ευγενικός και ταπεινός κύριος με μακριά -κι άσπρα πια μαλλιά, που συμπεριφέρεται και ντύνεται όπως θα το έκανε κάποιος που έζησε για τα καλά τα sixties και λατρεύει ό,τι έχει να κάνει με τη folk αμερικάνικη κουλτούρα. Έχουμε μάλιστα καλούς λόγους να υποθέτουμε πως ισχύει και γι’ αυτόν, ότι και για τον πολύ καλό του φίλο, τον Robert Crumb: καλύτερα να του πιάσεις κουβέντα για τη τζαζ του 30’, παρά για τα κόμικς! Παρόλ’ αυτά στις συνεντεύξεις του δεν είναι καθόλου φειδωλός στις αφηγήσεις του σχετικά με τη δεκαετία του 60’, την αγαπημένη του φίλη που άκουγε στο όνομα Janis Joplin αλλά και για άλλους δημιουργούς. Ας πιάσουμε όμως από την αρχή το νήμα της ζωής του δημιουργού των “Freak Brothers” και των “Not Quite Dead”, του αμερικάνου κομιξά που ζει εδώ και χρόνια στη γαλλία, του καλλιτέχνη που αναδείκτηκε μέσα από τον undergound τύπο των 60’s και διαβάζεται ακόμα και σήμερα σ’ όλον τον κόσμο!
Ο Gilbert Shelton γεννήθηκε στο Texas το Μάιο του 1940, όπου και παρέμεινε μέχρι και το τέλος των σπουδών του στις Κοινωνικές Επιστήμες το 1961. Αρχίζει να δημοσιεύει μικρές ιστορίες ήδη από τα φοιτητικά του χρόνια στο χιουμοριστικό έντυπο “The Texas Ranger” και φεύγει για τη Νέα Υόρκη κατευθείαν μετά την αποφοίτηση του για να βρει δουλειά σε μικρά περιοδικά στα οποία συνέχισε να δημοσιεύει. Εκείνη τη χρονιά συλλαμβάνει την ιδέα ενός ήρωα -παρωδία του σούπερμαν- με το όνομα Wonder Wart-Hog. Οι πρώτες δύο ιστορίες του ήρωα εκείνου εμφανίζονται σ’ ένα βραχύβιο περιοδικό ονόματι “Bacchanal”. Εντωμεταξύ, έχει επιστρέψει στο Texas όπου συνεχίζει τις σπουδές του και αναλαμβάνει αρχισυντάκτης του “The Texas Ranger”. Εκεί συνεχίζει η δημοσίευση των περιπετειών του Wonder Wart-Hog. Τα επόμενα χρόνια, ο Shelton γράφεται στη Σχολή Καλών Τεχνών, γνωρίζεται με την Janis Joplin, απαλλάσεται από τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις καθότι παραδέχεται πως κάνει χρήση ψυχεδελικών ναρκωτικών, μετακομίζει για λίγο στο Cleveland και, τέλος, βγάζει ένα 45άρι με την μπάντα του, τους “Gilbert Shelton Ensemble”. Για κανά χρόνο πριν το 1968, βρίσκει δουλειά σ’ ένα συναυλιακό κέντρο στο Austin του Texas και σχεδιάζει αφίσες. Όμως η κεντρομόλος δύναμη της ζωής του συνεχίζουν να είναι οι underground εκδόσεις κι έτσι, το 1968, ο Shelton μετακομίζει στο San Fransisco. Είχε φτάσει το πλήρωμα του χρόνου για τη δημιουργία ίσως της πιο διάσημης χάρτινης παρέας χίπιδων, των “Fabulous furry Freak Brothers”!
Οι περιπέτειες μιας παρέας τριών χίπιδων (του Phineas Phreak, του Freewhealin Franklin Freek και του εμβληματικού Fat Fready Freekowtski) και μιας γάτας δίχως όνομα (Fat Freddy’s Cat) άρχισαν να δημοσιεύονται στο “The Rag”. Μιας από τις πιο διάσημες underground εφημερίδες των ηπα, η οποία εκδιδόταν στο Austin του Texas μεταξύ 1966 και 1977. Το περιεχόμενο της αφορούσε σε θέματα που προφανώς δεν καλύπτονταν από τον καθεστωτικό τύπο κι είχαν να κάνουν με την ψυχεδελική κουλτούρα και φυσικά την πολιτική. Θέματα όπως ο πόλεμος στο βιετνάμ και το αντιπολεμικό κίνημα, οι αγώνες για τα πολιτικά δικαιώματα, η άνοδος της “Νέας Αριστεράς” ή οι Μαύροι Πάνθηρες, αναλύονταν σε άρθρα δίπλα σε κόμικς όπως αυτά του Shelton. Mια συνύπαρξη κάθε άλλοα παρά τυχαία, καθώς τα κόμικς αυτά αποτελούσαν μια εξαιρετικά εύγλωττη απεικόνιση και κριτική της πυκνής και ραγδαία εξελισόμενης πραγματικότητας. Οι περιπέτειες των Freak Brothers (οι ιστορίες του Fat Freedie’s Cat αποτελούν ξεχωριστή σειρά), είναι μια καταγραφή εκείνης της καθημερινότητας· των κοινωνικών ρόλων, του μιλιταρισμού και της υποκρισίας, αλλά και των αδιεξόδων μιας νεολαίας που πάσχιζε να ξαναορίζει τις αιτίες της ύπαρξης της! Όμως ο Shelton δεν ήταν μόνος σ’ αυτό το ιστορικό έργο που μετράει περίπου 15 άλμπουμ. Είχε τη βοήθεια δυο ακόμη καλλιτεχνών, του ιδίου φυσικά φυράματος: του Paul Mavrides και του Dave Sheridan.
Ο Shelton ζει εδώ και χρόνια πια στη Γαλλία όπου συνεχίζει να σχεδιάζει και να παίζει μουσική σε μικρά club. Η επόμενη παρέα που δημιούργησε είναι αυτή των “Not Quite Dead”. Πρόκειται για μια πενταμελή μπάντα νεαρών (κι ενίοτε και της αντζέντισας τους) η οποία μάλλον δεν κατάφερε ποτέ να παίξει κάτι της προκοπής. Όμως, αυτό δεν έχει καμία σημασία, διότι κατάφερνε να μπλέκει σε εξωφρενικές περιπέτειες. Ο Shelton, αφότου περιέγραψε την εποχή της γέννησης του underground, επιχείρησε -εξίσου πετυχημένα και κάθε άλλο παρά μελαγχολικά- να δείξει πως και προς τα που, άλλαξαν τα πράγματα όταν οι ηγέτες και τα συλλογικά όνειρα βρέθηκαν νεκρά ή σχεδόν νεκρά (not quite dead…). Διότι, ενώ τα τοτέμ της γενιάς του πουλιούνται πλέον σε τιμή ευκαιρίας, οι κοινωικές αντιθέσεις παραμένουν, οξύνονται και συχνά προκαλούν αντιπαραθέσεις. Κι ο Shelton, συνεχίζει με το πενάκι του να παίρνει θέση σ’ αυτές· να καταδεικνύει τον φιλελευθερισμό, τον υποκριτικό ανθρωπισμό, τη μουσική βιομηχανία, την ακροδεξιά κοκ.
Ας κλείσουμε αυτό το άρθρο με αποσπάσματα μιας συνένεντευξης του Shelton:
…δε με θυμάμαι ποτέ να κάνω κάτι άλλο πέρα από το να σκιτάρω. Έχω αναμνήσεις απ’ όταν ήμουν 5, που αντέγραφα τις φάτσες ηρώων από τα στριπακια των εφημερίδων. […] Εκείνη την περίοδο, κάτι φίλοι μου, ο Houston White μαζί με κάτι άλλους, άνοιξαν ένα κέντρο για ροκ χορό και συναυλίες, το “Vulcan Gas Company”. Eγώ έγινα ο καλλιτεχνικός υπεύθυνος κι έφτιαχνα τις αφίσες. Ήμουν πολύ επηρεασμένος από καλιφορνέζους καλλιτέχνες. […] Ότων πήγα εγώ στο San Fransico η Janis Joplin ήταν ήδη αστέρι. Την είχαν ανακαλύψει στο Monterey Pop Festival κι είχε εήδη κάνει εκείνο το άλμπουμ με τους Big Brother and the Holding Company. Εκείνο με το γνωστό εξώφυλλο του Robert Crumb. H Columbia Records δίσταζε να τυπώσει το πραγματικό εξώφυλλο του Crumb κι έτσι χρησιμοποίησε το οπισθώφυλλο, το οποίο ήταν εξαιρετικό έτσι κι αλλιώς. […] Δεν είμαστε ακριβώς ίδιοι με τον Crumb, εχώ κατασκευάζω καταστάσεις και αστεία, ενώ εκείνος είναι πιο αυθόρμητος κι αυτοβιογραφικός. Αναμφίβολα είναι ο αγαπημένος μου σχεδιαστής κι ενώ είναι νεότερος μου, με έχει επηρεάσει πάρα πολύ. Όπως θα ξέρετε άλλωστε η γυναίκα μου είναι η αντζέντισα του!
Παρακάτω μπορείτε να ξεφυλλίσετε μια συνέντευξη δημοσιευμένη στο τεύχος 171 της βαβέλ.
Κι εδώ μια μικρή ιστορία των Freak Brothers, από το τεύχος 127 της βαβέλ.
Και, τέλος, οι “Nοt Quite Dead” των Shelton & Pic, σε μια από τις περιπέτειές τους με την μουσική βιομηχανία.