Sergio Toppi

Κατά τη διάρκεια όλου σχεδόν του αιώνα που μόλις τελείωσε, μια από τις πιο σημαντικές «βιτρίνες» της εικονογραφημένης αφήγησης στην Ιταλία ήταν το «Corriere dei PiccoIi», το εβδομαδιαίο περιοδικό/εφημερίδα για παιδιά, που εξέδιδε η «Corriere della Sera», η πιο έγκυρη και πρώτη σε πωλήσεις ιταλική εφημερίδα, όργανο και φωνή της φωτισμένης αστικής τάξης του Βορρά. Όπως η εφημερίδα «μητέρα», έτσι και το περιοδικό «παιδί» ήταν πάντοτε πλούσιο σε ύλη, έξυπνο, μετρημένο, εκπαιδευτικό, προσεκτικά ανανεωτικό, μέσα πάντα στα πλαίσια της παράδοσης. Και στα κόμικς, που κάθε τεύχος του περιείχε (ήταν άλλωστε το πρώτο περιοδικό που δημοσίευσε κόμικς στην Ιταλία, από το 1908), το «Corriere dei PiccoIi» δεν πρόδωσε ποτέ τις αρχές του, δίνοντας βήμα έκφρασης στους πιο σημαντικούς δημιουργούς όλων αυτών των χρόνων και επιτρέποντάς τους να δημοσιεύσουν έργα υψηλής πάντα ποιότητας. Έτσι, στις σελίδες του, διαμορφώΘηκαν, πρώτα ως αναγνώστες και μετά ως δημιουργοί, σχεδόν όλοι οι πρωταγωνιστές των ιταλικών κόμικς του 20ού αιώνα, τουλάχιστον μέχρι τη δεκαετία του ’70, όταν αλλάζει τίτλο και γίνεται «Corriere dei Ragazzi».

Στο «Corriere dei PiccoIi» εμφανίζεται για πρώτη φορά κι ένας σχεδιαστής που προκαλεί αμέσως εντύπωση, χάρη στο ιδιαίτερό του στυλ. Λέγεται Sergio Toppi (γεννημένος το 1932 στο Μιλάνο, από γονείς μιλανέζους) και αρχίζει την καριέρα του ως εικονογράφος που φιλοτεχνεί διδακτικές σελίδες και στρατιωτάκια που μπορείς να τα κόψεις. Το λεπτό σχέδιό του φανερώνει ιδιαίτερη προσοχή στα ιστορικά δεδομένα, στις δευτερεύουσες λεπτομέρειες, στην ακρίβεια της απόδοσης. Η εικονογραφική απόδοσή του της Βίβλου, από εκείνη την εποχή όταν εργαζόταν στο «Corriere» μαζί με τον Hugo Pratt και τον Dino Battaglia, έχει μείνει μέχρι και σήμερα θρυλική. Πρόκειται για ένα πραγματικό οπτικό σοκ, όπου η Παλαιστίνη των αρχαίων χρόνων αποδίδεται με ένα ρεαλισμό και μια δύναμη πρωτόγνωρα για την εποχή. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’60, ο Toppi περνάει στα κόμικς και αποδίδει, σε χιλιάδες σελίδες, εκατοντάδες ιστορικά επεισόδια, πειθαρχώντας την ενέργεια του σχεδίου του, που γίνεται όλο και καλύτερο, στις ανάγκες του παραδοσιακού περιπετειώδους κόμικς, με τους αυστηρούς επικοινωνιακούς κανόνες του. Είναι μια πολύ καλή σχολή.

Αλλά στις αρχές της δεκαετίας του ’70, ο αέρας αλλάζει. Οι μεγάλες πολιτιστικές (και όχι μόνο) εξεγέρσεις, από το Swinging London μέχρι τον γαλλικό Μάη, αλλά και οι μικρές μεγάλες επαναστάσεις στις περιοδικές εκδόσεις των bandes dessinees στη Γαλλία, από το «Pilote» στο «Metal Hurlant», προκαλούν μεγάλη και ευεργετική αναταραχή σε όλο το χώρο των ευρωπαϊκών κόμικς, όπου οι παραδοσιακοί τρόποι αφήγησης ανατρέπονται. Μια τέτοια ανατροπή επιχειρεί και ο Toppi, μια ανατροπή που είχε ωριμάσει μέσα του τα προηγούμενα χρόνια. Στις σελίδες των περιοδικών «Sgt. Kirk», «Linus», «AIter», «Corto Maltese», που είναι ιδιαίτερα ανοικτά σε κάΘε νεοτερισμό, ο μιλανέζος δημιουργός αφήνει επιτέλους ελεύθερη τη μεγάλη δημιουργική του ενέργεια και συνεισφέρει σημαντικά στην αλλαγή της πορείας και της ιστορίας των ιταλικών κόμικς, με ένα έργο εξαιρετικά πρωτότυπο.

Οι βινιέτες μεγαλώνουν, τα μαύρα μελάνια κυριαρχούν, η σελιδοποίηση εκρήγνυται, τα περιθώρια εξαφανίζονται, οι εικόνες συνδέονται μεταξύ τους μπαίνοντας η μία στην άλλη, το μοντάζ φέρνει δίπλα μακρινά πλάνα και γκρο πλαν, το σχέδιο γίνεται όλο και πιο ελεύθερο και «άγριο», κάθε σελίδα προκαλεί μια εικαστική εντύπωση μεγάλη και διαφορετική από όλες τις άλλες.

Με την πάροδο του χρόνου, ο Sergio Toppi αρχίζει να γράφει και τα σενάρια των κόμικς του. Αν και δεν προσκολλάται σε κανένα συγκεκριμένο ήρωά του, καταφέρνει να καθιερωθεί στο χώρο των «καλλιτεχνικών κόμικς», χάρη και στη δύναμη των ιστοριών που αφηγείται. Πρόκειται για ιστορίες που εκτυλίσσονται σε περιοχές «απολίτιστες», στις πετρώδεις ερήμους της Ασίας και στα νοτιοαμερικάνικο δάση, στις λευκές εκτάσεις των πολικών πάγων και στις αφρικανικές σαβάνες, ιστορίες με πρωταγωνιστές ανθρώπους απλούς αλλά αληθινούς, όχι «ωραίους», άλλά με πρόσωπα ασύμμετρα, σκαμμένα από τη ζωή, ιστορίες που κάποτε τελειώνουν άσχημα και κάποτε δεν τελειώνουν καΘόλου, ιστορίες που συνεχίζονται και μένουν για πολλά χρόνια χαραγμένες στη μνήμη του αναγνώστη.

Από τότε, οι συνεργασίες του Toppi υπήρξον πολλές και προς πολλές κατευΘύνσεις. ΕξακολούΘησε να εξερευνά τους «άλλους κόσμους, αυτούς που η Δύση κατέστρεψε, με τις σειρές «Un uomo e un’ avventura» «(Ενας άνθρωπος, μια περιπέτεια) και «i protagonisti» («Οι πρωταγωνιστές»), συνέχισε τις αγαπημένες ιστορικές μεταφορές του στα παιδικά περιοδικά «11 Messagero dei Ragazzi» και «Il Giornalino», εργάστηκε για κάποιες δημοφιλείς σειρές («Julίa», «Nick Raider», «Dylan Dog»), ενώ παράλληλα καθιερώθηκε και ως εικονογράφος και σχεδιαστής εξωφύλλων, δημιουργώντας εκπληκτικές εικόνες, με υποβλητικά χρώματα, όπου το μακρινό και το κοντινό ενώνονται έξοχα και όπου οι αρχαϊκοί πολιτισμοί της πέτρας και του ξύλου αναβιώνουν όπως στα οράματα ενός σαμάνου.

Ο Sergio Toppi θεωρείται σήμερα ένας μεγάλος δάσκαλος του ιταλικού σχεδίου. Το έργο του και η συνεισφορά του αναγνωρίζονται καθολικά, και όχι μόνο στην Ιταλία. Από τις αρχές του 21ου αιώνα, στη Γαλλία, επανεκδίδονται τα πιο σημαντικά έργα του. Ανάμεσά τους ιδιαίτερη Θέση κατέχει μια μαγευτικά παράξενη εκδοχή του «Χίλιες και μία νύχτες», που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά με τον τίτλο «Sharaz’de» (1983/84).
Το παραπάνω κείμενο φέρει τον τίτλο «Μαθήματα στυλ· τρεις γενιές στα ιταλικά κόμικς» και το συνέγγραψε ο Ferrucio Giromini. Βρίσκεται στον κατάλογο του 6ου διεθνούς φεστιβάλ κόμικς της βαβέλ το οποίο έλαβε χώρα μεταξύ 11 και 17 Σεπτεμβρίου του 2001 κι είχε το γενικό τίτλο «Φυγή».

Ερωτευμένες Μηχανές, μέσα από το τεύχος 135 της βαβέλ.

Σαιντ-Ασέλ ’17, μικρή ιστορία του Sergio Toppi μέσα από το τεύχος 128 της βαβέλ.